Δημοσιεύτηκε: Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2023
Οἱ πυρκαγιές τοῦ φετινοῦ καλοκαιριοῦ κατέλαβαν τό μεγαλύτερο μέρος τῆς καθημερινῆς εἰδησεογραφίας. Ἰδιαίτερα οἱ πυρακαγιές στόν Ἔβρο γράφηκε ὅτι ἦταν οἱ καταστροφικότερες τῆς Εὐρώπης. Στό πέρασμά τους ἄφησαν πίσω τους τήν μεγαλύτερη καμμένη ἔκταση στήν Εὐρώπη. Ἐκεῖ, δέν κάηκε μόνο ἡ χλωρίδα καί ἡ πανίδα, φυτά καί ζῶα, ἀλλά καί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπιλέξει ἐπικίνδυνους δρόμους διαφυγῆς, οἰστρηλατημένοι ἀπό τήν ἐπιθυμία μιᾶς καλύτερης ζωῆς μακριά ἀπό τίς πατρίδες τους.
Οἱ πυρκαγιές ὅμως πυρπόλησαν καί τίς πολιτικές συζητήσεις. Μέσα στίς δημοκρατίες, βέβαια, ἔχουν κι’ αὐτές οἱ «πυρκαγιές» τόν λόγο τους· βοηθοῦν στήν ἀποδοτικότερη λειτουργία τοῦ πολιτεύματος, ἄν βέβαια δέν τίς ἀναζωπυρώνη ὁ παραλογισμός, πού διασπᾶ τήν συνοχή τῆς κοινωνίας. Οἱ σκληρές κριτικές, ὅταν βασίζονται σέ πραγματικά δεδομένα καί ἀναπτύσσονται μέ τεκμηριωμένο λόγο, ἀναγκάζουν τίς κυβερνήσεις, ὅσες διαθέτουν τά ἀνάλογα ἀντανακλαστικά, νά εἶναι ἀποτελεσματικότερες στό ἔργο τους.
Προφανῶς, πρόθεσή μας δέν εἶναι νά σχολιάσουμε πτυχές τοῦ μεγάλου θέματος τῶν φετινῶν καλοκαιρινῶν πυρκαγιῶν. Θά μιλήσουμε γι’ αὐτές μέσα στό πλαίσιο τῆς εὐθύνης τῶν πολιτῶν καί εἰδικότερα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ἀλλά μέ ὑλικό ἀπό τίς αἰτίες πού τίς προκαλοῦν, θά μεταβοῦμε καί σέ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο, βλέποντας τίς πυρκαγιές σάν ἕνα σύμβολο κοινωνικῶν ἀναφλέξεων μέσα στό δάσος τῆς κοινωνίας καί εἰδικότερα στούς εὔφορους καί πυκνόφυτους κήπους τῆς Ἐκκλησίας. Στίς τελευταῖες δεκαετίες εἴχαμε πολλές «κοινωνικές ἀναφλέξεις» πού πυρπόλησαν ἀρκετές συνειδήσεις καί δημιούργησαν πολλά θερμά ἀχρείαστα ἐπεισόδια.
Ὁ σχεδιασμός καί ἡ ὑλοποίηση τῶν ἔργων πού ἀπαιτοῦνται γιά τήν πρόληψη καί τήν κατάσβεση τῶν πυρκαγιῶν εἶναι εὐθύνη τῆς ἑκάστοτε Κυβερνήσεως. Εὐθύνη τῶν πολιτῶν εἶναι νά πληροφοροῦνται καί νά τηροῦν μέ σχολαστικότητα τά μέτρα πού ἔχουν θεσμοθετηθῆ καί ἀνακοινώνονται ἀπό τούς ἁρμόδιους κρατικούς φορεῖς. Οἱ Χριστιανοί, ὅμως, γιά τήν προστασία τοῦ περιβάλλοντος ἔχουν ἐπιπρόσθετη εὐθύνη, πέρα ἀπό αὐτήν πού ἔχουν ὡς πολίτες. Διότι, ὅπως ἡ δικαιοσύνη τους πρέπει νά περισσεύη «πλεῖον τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων» (Ματθ. 5,20), ἔτσι πρέπει νά ἔχουν πέρα ἀπό τήν σχολαστικότητα στήν τήρηση τῶν κανόνων πυροπροστασίας, ἀγάπη γιά ὅλο τό φυσικό περιβάλλον καί μέριμνα «ἐργάζεσθε καί φυλάσσειν» αὐτό, ὡς δημιούργημα καί δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Σύμφωνα μέ τήν ἁγιογραφική παράδοση ἡ ἐντολή «ἐργάζεσθε καί φυλάσσειν» δόθηκε στούς Πρωτοπλάστους γιά τήν ζωή τους μέσα στόν Παράδεισο. Δέν ἔχει, δηλαδή, σχέση μέ τήν φθορά τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς φύσης πού ἀκολούθησε τήν παρακοή καί τήν ἔξοδό τους ἀπό τόν Παράδεισο.
Ἄλλο εἶναι ἡ καταναγκαστική τήρηση κάποιων κανόνων προστασίας τοῦ περιβάλλοντος καί ἄλλο εἶναι ἡ μέριμνα γι’ αὐτό ἀπό ἀγάπη στόν δημιουργό του μέ θαυμασμό τῆς πολυποίκιλης σοφίας Του. Γιά νά διευκρινιστῆ αὐτή ἡ διαφορά θά ἀνατρέξουμε στήν καταγραμμένη πείρα ἑνός σύγχρονου ἁγίου.
Ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης σέ ἕνα ἀπό τά κείμενά του γράφει:
«Μιά φορά πήγαινα ἀπό τό Μοναστῆρι στό παλαιό Ρωσικό κι εἶδα στό δρόμο ἕνα κομματιασμένο φίδι, πού κάθε του τεμάχιο σφάδαζε· καί λυπήθηκα ὅλη τήν κτίση καί κάθε κτίσμα, κάθε τι πού πάσχει, καί ἔκλαψα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ διδάσκει τήν ψυχή ν’ ἀγαπᾶ ὅλα τά ζωντανά, ἔτσι δέν θέλει οὔτε ἕνα πράσινο φύλλο νά κόψη, οὔτε νά πατήση ἕνα ἀγριολούλουδο. Ἔτσι τό Ἅγιο Πνεῦμα διδάσκει τήν ἀγάπη γιά ὅλα καί ἡ ψυχή συμπάσχει μέ κάθε ὕπαρξη, ἀγαπᾶ ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς καί λυπᾶται ἀκόμα καί τά διαμόνια, γιατί ἐξέπεσαν ἀπό τό ἀγαθό» (Ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, σ.582).
Αὐτή ἡ ἀγάπη δέν εἰδωλοποιεῖ τά κτίσματα, δέν αἰχμαλωτίζεται ἀπό αὐτά, δέν χωρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό. Εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει αὐτήν τήν ἀγάπη γνωρίζει ὅτι «τά θηρία, τά κτήνη καί γενικά κάθε ζῶο εἶναι γῆ» καί ὅτι ἐμεῖς «ὀφείλουμε νά κρατοῦμε τό νοῦ μας ἐλεύθερο ἀπό τήν προσκόλληση στά γήϊνα καί μ’ ὅλη τή δύναμη τοῦ νοῦ μας ν’ ἀγαποῦμε τόν Κύριο»(ὅ.π.). Ὁ ἐλεύθερος ἀπό γήϊνες προσκολλήσεις ἀγαπᾶ ἀληθινά ὅλη τήν κτίση καί συμπάσχει μαζί της, ὄχι μέ ἐπιπόλαια συναισθήματα, ἀλλά μέ αἴσθηση πού τοῦ χαρίζει ὁ Θεός. Πολύ ἐμφαντικά ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, σ’ ἕνα λίγο διαφορετικό πλαίσιο, λέει, ὅτι ἀγαπᾶ τούς ἀνθρώπους αὐτός πού δέν ἀγαπᾶ τίποτε τό ἀνθρώπινο. Ἡ διατύπωση τοῦ ἁγίου Μαξίμου στό πλαίσιο ὅσων σημειώσαμε προηγουμένως μπορεῖ νά γραφῆ: Ἀγαπᾶ εἰλικρινά ὅλη τήν κτίση αὐτός πού δέν εἶναι προσκολλημένος σέ τίποτε τό γήϊνο.
Ἄς ἔλθουμε ὅμως στίς πυρκαγιές, τίς φυσικές καί μέ σύμβολο αὐτές καί στίς κοινωνικές. Κατ’ ἀρχάς θά ἀναφερθοῦμε στίς αἰτίες τους καί κατόπιν στήν ἀντιμετώπισή τους, ἀντλώντας ὑλικό ἀπό ἄρθρα καί σχόλια ἐφημερίδων. Ὡς κύριες αἰτίες τῶν πυρκαγιῶν προβάλλονται: ἡ κλιματική ἀλλαγή, οἱ κεραυνοί, σπινθῆρες ἀπό ὄχι καλά συντηρημένα ἠλεκτροφόρα καλώδια, ἀμέλειες στήν τήρηση τῶν κανόνων πυροπροστασίας καί οἱ ἐμπρησμοί.
Τό πρῶτο πού ἀκοῦμε γιά ὁποιοδήποτε ἀκραῖο καιρικό φαινόμενο, ἀλλά καί γιά τίς πυρκαγιές εἶναι ὅτι ὀφείλονται στήν κλιματική ἀλλαγή. Ὅμως, τό πιό μεγάλο βάρος τῆς κριτικῆς πέφτει στίς ἀμέλειες. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἀκόλουθη ἄποψη: «Ἡ κλιματική κρίση εἶναι ἕνας ἀπόλυτος ἐπιταχυντής τῶν μεγα-πυρκαγιῶν. Ὅμως λειτουργεῖ ὡς κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, ὅπου ξεπλένονται ἀνικανότητες, ἀνεπάρκειες, ἀνοργανωσιά, ἀπρονοησίες» (Τ. Καραϊσκάκη, Καθημερινή, 27.8.2023). Δηλαδή, τό μεγεθος τῶν καταστροφῶν ἀπό τίς πυρκαγιές δέν ὀφείλεται μόνον στήν κλιματική ἀλλλαγή.
Ἀντίστοιχα, ἕνας ἐπιταχυντής τῶν κοινωνικῶν ἀναφλέξεων εἶναι ἡ ἀλλαγή τοῦ πολιτιστικοῦ κλίματος, ἡ πνευματική κρίση ἤ ὀρθότερα ἡ πνευματική (ἠθική καί θεολογική) κατάπτωση τοῦ δυτικοῦ κυρίως κόσμου. Εἶναι ἡ ἀποδέσμευση τῆς ἐλευθερίας ἀπό τήν ἀλήθεια, ἡ ἱεροποίηση τῆς ἀτομικῆς γνώμης, ἡ θεοποίηση τῆς ἐπιθυμίας, στήν ὁποία μάλιστα δίνεται ἡ νομική κάλυψη, ὥστε «νομίμως» νά διαστρέφη ἀκόμη καί τήν φύση. Ἡ φύση ἤ ἀγνοεῖται ἤ σχετικοποιεῖται, ὅπως ἡ ἀλήθεια. Ἔτσι, μπορεῖς νά εἶσαι ὅ,τι ἐπιθυμεῖς, ὅ,τι δηλώσεις, ἀνεξάρτητα ἀπό τό τί κραυγάζει ὅτι εἶσαι ἡ φύση σου.
Κινήματα ἤ νοοτροπίες, ὅπως ὁ γουοκισμός, ἡ πολιτική ὀρθότητα κι ὁτιδήποτε ἄλλο παρεμφερές ἔχει ξεπεταχθῆ μέ θρασύτητα στό προσκήνιο τοῦ κόσμου μας, δέν μποροῦν ἀτιμώρητα νά ἀντιστρατεύονται στήν φύση τῶν ἀνθρώπων, στήν ἁπτή ἀλήθεια τοῦ φυσικοῦ κόσμου. Προκαλοῦν ἐκρήξεις καί ἀντίπαλα κινήματα μέ ἀκραῖες ἀπόψεις καί πρακτικές.
Ὁπότε, ἀπό τόν συννεφιασμένο οὐρανό τοῦ κόσμου, πού κρύβει τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης πίσω ἀπό σκοτεινά σύννεφα ἀκραίων ἰδεολογιῶν, θεολογιῶν καί κινημάτων (δεξιῶν ἤ ἀριστερῶν, φιλελεύθερων ἤ συντηρητικῶν, οἰκουμενιστικῶν ἤ οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν ζηλωτικῶν), ἔρχονται κεραυνοί –ἐμπρηστικά συνθήματα, ἀπόψεις καί πρακτικές– πού χτυποῦν τίς εὔφλεκτες εὐαισθησίες τοῦ κοινωνικοῦ σώματος. Καί ἔχουμε πυρκαγιές στίς κοινωνίες, ἀκόμη καί γιά ἀσήμαντες ἀφορμές, πού ἡ σημασία τους μεγενθύνεται μέσα στό πλαίσιο τῶν ἀκραίων ἰδεολογιῶν.
Ἄν βέβαια μέσα στήν κοινωνία μας λειτουργοῦσαν σωστά ὅλοι οἱ θεσμοί, ἡ ὁποιαδήποτε ἀνάφλεξη θά ἀντιμετωπιζόταν εὔκολα. Ὅμως, ὅταν τά πρόσωπα πού διακονοῦν τούς θεσμούς ἔχουν ὑποστῆ φθορές, «μέσ’ στήν πολλή συνάφεια τοῦ κόσμου», μέ τίς ποικίλες ἐκδηλώσεις τῆς ἰδιοτέλειας, τότε ὄχι μόνον δέν μποροῦν νά ἀντιμετωπίσουν εὔκολα τίς ἀναφλέξεις, ἀλλά σάν τά φθαρμένα ἠλεκτροφόρα καλώδια ἀφήνουν σπινθῆρες, προβαίνουν δηλαδή σέ ἐνέργειες, πού πυροδοτοῦν κι αὐτά εὔφλεκτες κοινωνικές ὁμάδες.
Κανείς σώφρων δέν θέλει τίς «κοινωνικές πυρκαγιές», τίς κοινωνικές ἀναστατώσεις. Δέν ἀπουσιάζουν ὅμως καί οἱ ἐπίβουλοι τῆς κοινωνικῆς εἰρήνης, αὐτοί πού τρέφονται ἀπό τίς διαιρέσεις καί τίς ἐντάσεις, γιατί ἔτσι μποροῦν νά βγαίνουν στήν ἐπιφάνεια τῆς ἐπικαιρότητας ἤ νά ἱκανοποιοῦν τήν κακότητά τους.
Σέ ὅλα αὐτά ἀποτελεσματικό ἀντίδοτο εἶναι ἡ σωστή ὀργάνωση τῆς Πολιτείας, μέ ἕνα ὑπεύθυνο θεσμικό ὄργανο τοῦ Κράτους, καί ὄχι πολλά, ὅπως πρότεινε στήν Ἑλληνική Κυβέρνηση ἡ Ἐπιτροπή Γκολντάμμερ, μετά τήν καταστροφή στό Μάτι Ἀττικῆς (βλ. ἐφ. Ἑστία, 27.8.2023), καθώς καί ἡ ἄμεση ἐνημέρωση τοῦ λαοῦ γιά ἐπερχόμενους κινδύνους. Ἤδη συστήθηκε ἕνα ὑπεύθυνο Ὑπουργεῖο «Κλιματικῆς κρίσεως καί πολιτικῆς προστασίας» καί ὅλοι γνωρίζουμε τίς ἐνημερώσεις πού λαμβάνουμε ἀπό τόν τηλεφωνικό ἀριθμό ἐκτάκτου ἀνάγκης «112», ὁ ὁποῖος, ὅπως φαίνεται, «σώζει ζωές».
Περιοριζόμενοι στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, πρέπει νά θυμίσουμε ὅτι γιά τήν ἀντιμετώπιση ὁποιωνδήποτε ἀναφλέξεων, ἔχουμε τό θεσμικό μας ὄργανο, τήν Ἱερά Σύνοδο, ἡ ὁποία, ὅταν χρειάζεται, ἐνημερώνει τόν λαό τῆς Ἐκκλησίας γιά νά προφυλάξη τήν ἐν Χριστῷ ζωή του ἀπό ἐπικίνδυνα φαινόμενα, πού προκαλοῦνται συνήθως ἀπό τήν ἀλλαγή τοῦ πολιτιστικοῦ κλίματος καί τίς ἀκραῖες ἀντιδράσεις πού αὐτό δημιουργεῖ.
Ὁρισμένοι πού δέν πείστηκαν ἀπό τίς προτροπές τοῦ τηλεφωνικοῦ ἀριθμοῦ «112», δέν εἶναι σήμερα ἀνάμεσά μας. Τό ἴδιο ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ ἀνυπακοή στά μηνύματα πού στέλνει στόν λαό τό ἐκκλησιαστικό μας κέντρο, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.